τιμωρητηρ

τιμωρητηρ
    τιμωρητήρ
    τῑμωρητήρ
    -ῆρος ὅ заступник, защитник или мститель Her.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "τιμωρητηρ" в других словарях:

  • τιμωρητήρ — ῆρος, ὁ, Α εκδικητής. [ΕΤΥΜΟΛ. < τιμωρῶ + επίθημα τήρ (πρβλ. τιμη τήρ)] …   Dictionary of Greek

  • -τήρας — τήρ, ΝΜΑ παραγωγική κατάλ. ονομάτων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, η οποία, όπως και η κατάλ. τωρ, χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει τον δράστη ενέργειας. Οι δύο αυτές καταλήξεις ανάγονται στην ΙΕ κατάληξη * ter (πρβλ. και αρχ. ινδ. pi tā, λατ. pa …   Dictionary of Greek

  • τιμωρητήρων — τῑμωρητήρων , τιμωρητήρ avenger masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»